Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΜΑΣ

 

Ανάβαση στο Βίχρεν (2914 μ.) του Πιρίν της Βουλγαρίας

 

Βίχρεν 29 Μαΐου 2004 

Αν έχει περάσει καιρός από τότε που πρωτοήρθες στο Μπάνσκο, θα διαπιστώσεις αρκετές αλλαγές. Αν ξαναρθείς μετά από αρκετό καιρό θα διαπιστώσεις περισσότερες. Τα εν εξελίξει σχέδια επεξεργάζονται την ανοικοδόμηση δεκάδων ξενοδοχειακών μονάδων, απαραίτητων πλέον, καθώς το τουριστικό ενδιαφέρον αυξάνεται κατακόρυφα.  Κι όχι άδικα.  Το στοίχημα που τίθεται είναι αν ο όγκος της ανάπτυξης καταφέρει να συμβιώσει ευνοϊκά με το περιβάλλον. Θα έλεγα ναι, αφού τα στοιχεία δείχνουν πως οι βόρειοι γείτονες έχουν αντιληφθεί και εκτιμήσει δεόντως το χρυσωρυχείο της φύσης  στο οποίο βρέθηκαν να ζουν.

Το Μπάνσκο βρίσκεται σε υψόμετρο 1000 περίπου μέτρων αλλά δεν του φαίνεται. Κι αυτό γιατί πρόκειται για ένα τεράστιο λεκανοπέδιο. Τριγύρω περιβάλλεται από κορυφές ψηλών βουνών που ελκύουν το μάτι και το ενδιαφέρον ορειβατών και φυσιολατρών. Για τους ορειβάτες του  ΕΟΣ Καβάλας στόχος της πρώτης από τις δυο ημέρες των εξορμήσεών τους ήταν μια από αυτές τις ατέλειωτες κορυφές. Συγκεκριμένα το Βίχρεν, που με τα 2914 μέτρα του, - τέσσερα μόνο λιγότερο από τον Όλυμπο- αποτελεί την ψηλότερη κορυφή της οροσειράς του Πιρίν, και την τρίτη ψηλότερη των Βαλκανίων. Η οροσειρά του Πιρίν από μόνη της μπορεί να προσφέρει πεδία ορειβατικής δράσης ολόκληρων ημερών, χωρίς να εξαντλήσει καθόλου το ενδιαφέρον της. Όσοι όμως δεν διαθέτουν μέρες ακολουθούν την οδό που επέλεξε και ο ΕΟΣ Καβάλας. Με λεωφορείο διανύεις περί της μισής ώρας δρόμου που σε οδηγεί  από το Μπάνσκο μέχρι το υψόμετρο των 1950μ, όπου βρίσκεται και το καταφύγιο του Βίχρεν. Από εκεί ένα τσαμπί πινακίδες σου υποδεικνύουν την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσεις ανάλογα με τις επιλογές σου. Και οι επιλογές είναι αρκετές καθώς διάφορες πορείες οδηγούν σε περιοχές με λίμνες, ποτάμια, κορυφές, και, πολλές φορές, σε πορείες που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω. Η σήμανση είναι ιδιαίτερα προσεγμένη κι έτσι, μια συνηθισμένη καλοκαιρινή ημέρα, είναι εύκολο να την ακολουθήσεις και να ανεβείς μέχρι την κορυφή.

Όμως η μέρα που οι 15 ορειβάτες του ΕΟΣ βρέθηκαν στην αρχή της πορείας τους δεν ήταν καλοκαιρινή. Ήταν μια μέρα ενός Μαΐου, και μάλιστα ιδιαίτερα πεισματάρη στην θερινή επέλαση, αφού, από την Ελλάδα ακόμα, οι θερμοκρασίες παρέμεναν ιδιαίτερα χαμηλές για την εποχή. Το Πιρίν ήταν χειμωνιάτικο κι ως τέτοιο απαιτούσε σύνεση. Το πρώτο μέτρο σύνεσης ήταν η πρόσληψη ενός ντόπιου οδηγού. Αυτός, για λόγους ασφαλείας, επέλεξε να μην ακολουθηθεί ο συντομότερος για την κορυφή δρόμος, αλλά μια μακριά παρακαμπτήρια τραβέρσα, που προσέγγιζε το βουνό από διαφορετική και ομαλότερη πλευρά. Αυτό λειτούργησε σε καλό των συμμετεχόντων, αφού βρέθηκαν σε μέρη που δύσκολα θα είχαν βρεθεί αλλιώς. Αν και δεν είναι ευχάριστη η παρατήρηση πρέπει να παραδεχτούμε-κρίνοντας κι από την περσινή εξόρμηση του ΕΟΣ στην Ρήλα- πως τα βουνά της Βουλγαρίας προσφέρουν στο πολλαπλάσιο τις καθόλου λίγες ομορφιές των δικών μας. Δεν πρόκειται για μια δρακόλιμνη εδώ και μια στον απέναντι βουνό. Εδώ οι λίμνες τα ποτάμια και οι καταρράχτες, με την συνεπαγωγή τους σε ποσότητα φρέσκου πόσιμου νερού που κατρακυλά από ψηλά, είναι σε αφθονία. Λίμνες μεγάλες και όμορφες, όλες τις εποχές του χρόνου. Τη συγκεκριμένη δεν είχαν το εντυπωσιακό γαλάζιο- λουλακί, γιατί υπερείχε το κρυσταλλένιο του πάγου. Το δεύτερο μέτρο σύνεσης, που προέβλεπε χειμερινές μπότες και γκέτες, αποδείχτηκε επίσης σωτήριο. Αρκετά σημεία της διαδρομής έγιναν σε ξερό ή πετρώδες έδαφος, αλλά και πολλά σε μέρη όπου το πόδι βυθίζονταν στο χιόνι. Ο ρυθμός που έχεις όταν ακολουθείς έναν έμπειρο οδηγό εξηγεί πολλά. Εμένα μου εξήγησε με τον καλύτερο τρόπο το πως γίνεται να περπατά κανείς πολλές ώρες καθημερινά στα πολυήμερα trekking που πραγματοποιούνται σε διάφορα μέρη του κόσμου. Γίνεται, όπως ξέρω τώρα, με την προϋπόθεση ότι ο ρυθμός βαδίσματος είναι σωστός. Αρχικά θα τον λέγαμε αργό, αλλά θα κάναμε λάθος. Σωστός ρυθμός είναι αυτός που δεν σε αφήνει ξέπνοο στη διάρκεια της πορείας, και πτώμα στην κούραση το βράδυ. Σωστός ρυθμός είναι αυτός που σε κρατά σε εγρήγορση στη διάρκεια της πορείας, και ορεξάτο για εξιστορήσεις των συμβάντων το βράδυ. Βέβαια, η κορυφή του Βίχρεν είναι κάτι άλλο. Φτάνοντας στον χαρακτηριστικό λαιμό, στα 200 περίπου μέτρα από κάτω της, έχεις ν' ανεβείς μια ανηφόρα τόσο παρατεταμένης κλίσης που θα σε κουράσει όποιον ρυθμό κι αν επιλέξεις. Όμως τουλάχιστον έχεις φτάσει ξεκούραστος μέχρις εκεί.

Η ομάδα μας χρειάστηκε τρεις άνετες ώρες για να φτάσει μέχρι τον λαιμό και λιγότερο από μία για την κορυφή. Όταν είσαι ψηλά τα πράγματα τα βλέπεις αλλιώς, γνωστό αυτό. Οι παγωμένες λίμνες, οι χιονισμένες περιοχές, και οι άλλες που κρύβονταν στην ομίχλη αποτέλεσαν τη θέα μας από την κορυφή. Όταν ξανακατεβήκαμε στο λαιμό μπορέσαμε να διαπιστώσουμε πως η ευθεία οδός για την επιστροφή στο καταφύγιο δεν ήταν κλειστή κι επικίνδυνη λόγω χιονιού, παρά μόνο σε ορισμένα σημεία που μπορούσαμε να παρακάμψουμε. Έτσι η επιστροφή έγινε από την οδό που θα γινόταν και η ανάβαση αν ήταν άλλη εποχή. Τρεις φορές καλό. Πρώτον γιατί ήταν συντομότερη. Δεύτερον γιατί έτσι η όλη διαδρομή γινόταν πιο πλήρης, αφού μας προσέφερε μια πιο ολοκληρωμένη ματιά στην φυσική  γεωγραφία του τόπου. Και τρίτον, κι όχι λιγότερο σημαντικό, στο δρόμο της επιστροφής μας διασταυρωθήκαμε με ομάδες νέων, που, αν και προχειροντυμένοι για τα μέτρα μας, τραβούσαν προς την κορυφή, επιβεβαιώνοντας την εικόνα που πέντε χρόνια πριν είχα σχηματίσει, ό,τι δηλαδή η ορειβασία κα η  επαφή με την φύση είναι εντεταγμένη στον τρόπο ζωής των ντόπιων, σε αντίθεση με μας όπου η ορειβασία θεωρείται ακραίο σπορ στο οποίο επιδίδονται ολίγοι μυστήριοι.

 Βασίλης Κυριλλίδης

pirin02.jpg (118236 bytes)

pirin03.jpg (130401 bytes)

 

pirin01.jpg (229294 bytes)